Greek Meaning of administrated
διοικούμενη
Other Greek words related to διοικούμενη
- διοικείται
- πραγματοποιήθηκε
- ελεγχόμενος
- διοικείται
- χειρίστηκε
- διαχειρίζεται
- λειτουργεί
- επιβλέπειν
- τρέχω
- ρυθμιζόμενο
- τρέχω
- επιβλεπόμενη
- συνέχισε
- Σκηνοθετημένο
- καθοδηγούμενος
- κράτησε
- παραβλεπόμενος
- προεδρεύειν
- προστατευμένο
- διαχειρισμένο
- επιβλεπόταν
- τείνω
- παρακολουθούμενος
- φρόντιζε (για)
- Φρουρούμενος
- οδήγησε
- μικροδιαχειριζόμενο
- νους
- πιλοταρισμένο
- προστατευμένο
- διέκοψε
- κοίταζε
Nearest Words of administrated
Definitions and Meaning of administrated in English
administrated
administer
FAQs About the word administrated
διοικούμενη
administer
διοικείται,πραγματοποιήθηκε,ελεγχόμενος,διοικείται,χειρίστηκε,διαχειρίζεται,λειτουργεί,επιβλέπειν,τρέχω,ρυθμιζόμενο
No antonyms found.
administers => διοικεί, administering (to) => χορηγώντας (σε), administered (to) => διοικούμενη (σε), administer (to) => Χορηγεί (σε), admeasuring => μέτρηση,