FAQs About the word overtaken

ξεπερασμένος

of Overtake

πιάστηκε,κυνηγημένος,ενημερωμένος (με),αναθεωρημένος,καταδιωκόμενος,έφτασε,κέρδισε,πέρασε,ξεπερασμένος

Μη φθάνω

overtake => προσπερνώ, overt operation => Φανερή επιχείρηση, overt => Φανερός, Άδηλος, overswell => κύμα, oversway => πείθω,