FAQs About the word overhauled

αναθεωρημένος

of Overhaul

πιάστηκε,προσπερνώ,ενημερωμένος (με),κυνηγημένος,καταδιωκόμενος,έφτασε,κέρδισε,πέρασε,ξεπερασμένος

υστέρησε

overhaul => γενική επισκευή, overhasty => βιαστικός, overhaste => βιασύνη, overhardy => υπερβολικά τολμηρός, overharden => υπερσκληρύνω,