Greek Meaning of overheat
υπερθέρμανση
Other Greek words related to υπερθέρμανση
Nearest Words of overheat
- overhearing => παρακολούθηση
- overheard => υπακούω κρυφά
- overhear => κουτσομπολεύω
- overhead railway => Εναέρια σιδηροδρομική γραμμή
- overhead projector => Προβολέας
- overhead charges => Γενικά έξοδα
- overhead => Έξοδα
- overhauling => γενική επισκευή
- overhauled => αναθεωρημένος
- overhaul => γενική επισκευή
Definitions and Meaning of overheat in English
overheat (v)
get excessively and undesirably hot
make excessively or undesirably hot
overheat (v. t.)
To heat to excess; to superheat.
FAQs About the word overheat
υπερθέρμανση
get excessively and undesirably hot, make excessively or undesirably hotTo heat to excess; to superheat.
θερμότητα,ζεστός (πάνω),Υπερθέρμανση,Φρυγανιά,ζεστός,ψήνω,θερμαίνω ξανά,επανθέρμανση,απόψυξη,καίω
χιλι,κουλ,παγώνω,ψύχω,Παγωμένος,πάγος,σούπερ ωραίο
overhearing => παρακολούθηση, overheard => υπακούω κρυφά, overhear => κουτσομπολεύω, overhead railway => Εναέρια σιδηροδρομική γραμμή, overhead projector => Προβολέας,