Greek Meaning of overseen
εποπτευόμενος
Other Greek words related to εποπτευόμενος
- διοικείται
- πραγματοποιήθηκε
- ελεγχόμενος
- διοικείται
- χειρίστηκε
- κράτησε
- διαχειρίζεται
- λειτουργεί
- ρυθμιζόμενο
- επιβλεπόμενη
- διοικούμενη
- συνέχισε
- Σκηνοθετημένο
- καθοδηγούμενος
- οδήγησε
- παραβλεπόμενος
- προεδρεύειν
- προστατευμένο
- τρέχω
- διέκοψε
- διαχειρισμένο
- επιβλεπόταν
- τείνω
- παρακολουθούμενος
- φρόντιζε (για)
- Συν-σκηνοθεσία
- Συνδιαχειριζόμενο
- Φρουρούμενος
- μικροδιαχειριζόμενο
- νους
- πιλοταρισμένο
- προστατευμένο
- σκηνοθετημένο
- κοίταζε
Nearest Words of overseen
- overseeing => την εποπτεία
- oversee => επιβλέπω
- overseason => εκτός εποχής
- overseas telegram => Εξωτερικό τηλεγράφημα
- overseas cap => Καπέλο εξωτερικού
- overseas => στο εξωτερικό
- oversearch => αναζήτηση
- oversea => υπερπόντιος
- overscrupulousness => υπερβολική ευσυνειδησία
- overscrupulous => υπερβολικά σχολαστικός
Definitions and Meaning of overseen in English
overseen (p. p.)
of Oversee
FAQs About the word overseen
εποπτευόμενος
of Oversee
διοικείται,πραγματοποιήθηκε,ελεγχόμενος,διοικείται,χειρίστηκε,κράτησε,διαχειρίζεται,λειτουργεί,ρυθμιζόμενο,επιβλεπόμενη
εγκαταλελειμμένος,ξεχασμένος,παραμελημένος,ξέχασα,παρέλειψε
overseeing => την εποπτεία, oversee => επιβλέπω, overseason => εκτός εποχής, overseas telegram => Εξωτερικό τηλεγράφημα, overseas cap => Καπέλο εξωτερικού,