Greek Meaning of overaged

Υπερήλικας

Other Greek words related to Υπερήλικας

Definitions and Meaning of overaged in English

Wordnet

overaged (s)

too old to be useful

FAQs About the word overaged

Υπερήλικας

too old to be useful

περίσσεια,πλεόνασμα,αφθονία,υπεραφθονία,υπερχείλιση,υπερπροσφορά,Επάρκεια,πλεόνασμα,Κοιλιά,ανταμοιβή

έλλειψη,έλλειμμα,ανεπάρκεια,έλλειψη,Έλλειψη,ανεπάρκεια προσφοράς,Έλλειψη,θέλω

overaffect => (υπερβάλλω), overactivity => Υπερκινητικότητα, overactive => Υπερδραστήριος, overaction => υπερβολικές κινήσεις, overacting => Υπερβολική ερμηνεία,