Greek Meaning of overproduction

Υπερπαραγωγή

Other Greek words related to Υπερπαραγωγή

Definitions and Meaning of overproduction in English

Wordnet

overproduction (n)

too much production or more than expected

Webster

overproduction (n.)

Excessive production; supply beyond the demand.

FAQs About the word overproduction

Υπερπαραγωγή

too much production or more than expectedExcessive production; supply beyond the demand.

περίσσεια,πλεόνασμα,αφθονία,υπεραφθονία,υπερπροσφορά,Κοιλιά,ανταμοιβή,λίπος,υπερχείλιση,υπερβολικό

Έλλειψη,έλλειψη,Έλλειψη,έλλειψη,έλλειμμα,ανεπάρκεια,θέλω,ανεπάρκεια προσφοράς

overproduce => υπερπαράγω, overprize => υπερεκτιμώ, overprint => Υπερτυπία, overpriced => Ακριβός, overprice => υπερτιμημένο,