Greek Meaning of undersupply

ανεπάρκεια προσφοράς

Other Greek words related to ανεπάρκεια προσφοράς

Definitions and Meaning of undersupply in English

undersupply

an inadequate supply

FAQs About the word undersupply

ανεπάρκεια προσφοράς

an inadequate supply

έλλειψη,έλλειψη,απουσία,Έλλειψη,έλλειψη,έλλειμμα,ξηρασία,ξηρασία,λιμός,ανεπάρκεια

αφθονία,επάρκεια,πλάτος,λαμπρότητα,πληρότητα,πολύ,Επάρκεια,πλούτος,περίσσεια,υπερπροσφορά

undersupplies => υποεφοδιασμένος, understudying => αναπληρώνω, understudies => αντικαταστάτες, understating => υποτίμηση, understatements => ευφημισμός,