Greek Meaning of underwhelming
απογοητευτικός
Other Greek words related to απογοητευτικός
Nearest Words of underwhelming
Definitions and Meaning of underwhelming in English
underwhelming
to fail to impress or stimulate
FAQs About the word underwhelming
απογοητευτικός
to fail to impress or stimulate
βαρετό,κουραστικός,κουραστικό,χορτάτος,χλωμός
επηρεάζοντας,εκτυφλωτικός,ο οποίος επηρεάζει,εντυπωσιακός,επιδραστικός,μετακινούμενο,φτάνοντας,εντυπωσιακός,ταλαντεύομαι,μαγκάφω (κάποιον)
underwhelmed => απογοητευμένος, underwhelm => Απογοητεύειν, undervaluing => υποτίμηση, undervalues => υποτιμά, undervalued => υποτιμημένο,