Greek Meaning of misted
Θολό
Other Greek words related to Θολό
- μαυρισμένος
- θολό
- συννεφιασμένος
- σκοτεινός
- αμυδρό
- συννεφιασμένος
- θαμπός
- θαμπός
- Θολωμένος
- καλυμμένος
- αμυδρό
- ομιχλώδης
- Θολωμένος
- συννεφιασμένος
- επισκιασμένος
- σκιασμένος
- σκιασμένος
- καλυμμένος
- προμηνύεται
- σβησμένο
- καμουφλαρισμένο
- Κρυμμένος
- κρυμμένο
- κουρτίνα
- μεταμφιεσμένος
- θολό
- εκλειπτικός
- θολό
- Κρυμμένος
- μεταμφιεσμένος
- εξαλείφθηκε
- συννεφιασμένος
- προβολής
- συγκαλυμμένο
Nearest Words of misted
Definitions and Meaning of misted in English
misted (imp. & p. p.)
of Mist
FAQs About the word misted
Θολό
of Mist
μαυρισμένος,θολό,συννεφιασμένος,σκοτεινός,αμυδρό,συννεφιασμένος,θαμπός,θαμπός,Θολωμένος,καλυμμένος
φωτεινός,εκτεθειμένο,φωτισμένο,φωτισμένος (φωτισμένη),φωτισμένος,αναμμένος (πάνω),αποκάλυψε,φωτισμένο,αποκαλυμμένος,αποκαλυμμένος
misteaching => λανθασμένη διδασκαλία, misteach => Διδάσκω λανθασμένα, mistaught => διδάχτηκε λανθασμένα, mistakingly => λανθασμένα, mistaking => μπερδεύω,