Greek Meaning of mescal
μεσκάλ
Other Greek words related to μεσκάλ
- Μπράντι
- Τζιν
- λικέρ
- υδρόμελι
- πίθηκος
- Σνάπς
- τεκίλα
- βότκα
- ουίσκι
- ουίσκι
- Κρασί
- μπύρα
- μπύρα κριθαριού
- μπύρα
- μπίρα
- ποτό
- Κοκτέιλ
- ψευτομπράβο
- σακέ
- γυμνοσάλιαγκας
- Κριθάρινη μπύρα
- μπίρα
- Μάο-τάι
- μικροζυθοποιείο
- αλκοόλ
- Απεριτίφ
- ακουαβίτα
- Οινοπνευματώδη
- ζώνη
- Μπύρα
- μπουκάλι
- βραχιόλι
- καταδιωκτής
- ποτό
- καύκαλο
- γκρογκ
- σπιτική μπύρα
- ρακή
- μεθυστικό
- Μεθυσμένος
- Κριθάρι
- χυμός
- αλκοόλ
- Φόρτωμα
- πλούσιος
- Μπίρα βύνης
- Μικτό ποτό
- σεληνόφως
- μητέρα
- πάνα
- Νυχτερινό ποτό
- δαγκάνοντας
- καρφί
- ποπ
- πόσιμο
- ρούμι
- σάλτσα
- Σκοπευτής
- ποτήρι για κονιάκ
- ροχαλητό
- πνεύματα
- διεγερτικό
- Δυνατό ποτό
- ποτό
- νήπιο
- ακονίζω
- Χωνευτικό
Nearest Words of mescal
Definitions and Meaning of mescal in English
mescal (n)
a small spineless globe-shaped cactus; source of mescal buttons
a colorless Mexican liquor distilled from fermented juices of certain desert plants of the genus Agavaceae (especially the century plant)
mescal (n.)
A distilled liquor prepared in Mexico from a species of agave. See Agave.
FAQs About the word mescal
μεσκάλ
a small spineless globe-shaped cactus; source of mescal buttons, a colorless Mexican liquor distilled from fermented juices of certain desert plants of the genu
Μπράντι,Τζιν,λικέρ,υδρόμελι,πίθηκος,Σνάπς,τεκίλα,βότκα,ουίσκι,ουίσκι
μη μεθυστικό
mesaticephalous => Μεσοκεφαλικό, mesaticephalic => μεσοκεφαλικός, mesasamkranti => γραφείο, mesaraic => μεσεντέρια, mesantoin => Μεσαντοϊνη,