Greek Meaning of home brew
σπιτική μπύρα
Other Greek words related to σπιτική μπύρα
- μπύρα
- μπύρα
- μπίρα
- ποτό
- Κοκτέιλ
- Μπίρα βύνης
- Μικτό ποτό
- μητέρα
- Κρασί
- μικροζυθοποιείο
- μπύρα κριθαριού
- ζώνη
- Τζιν
- λικέρ
- Φόρτωμα
- υδρόμελι
- πάνα
- καρφί
- ποπ
- σακέ
- πίθηκος
- Σκοπευτής
- γυμνοσάλιαγκας
- ποτήρι για κονιάκ
- ροχαλητό
- τεκίλα
- βότκα
- ουίσκι
- ουίσκι
- Κριθάρινη μπύρα
- μπίρα
- αλκοόλ
- Απεριτίφ
- ακουαβίτα
- Οινοπνευματώδη
- Μπύρα
- μπουκάλι
- βραχιόλι
- Μπράντι
- καταδιωκτής
- ποτό
- ψευτομπράβο
- καύκαλο
- γκρογκ
- Μεθυσμένος
- Κριθάρι
- χυμός
- αλκοόλ
- μεσκάλ
- Νυχτερινό ποτό
- δαγκάνοντας
- ρούμι
- σάλτσα
- Σνάπς
- πνεύματα
- διεγερτικό
- Δυνατό ποτό
- ποτό
- νήπιο
- ακονίζω
- Χωνευτικό
- Μάο-τάι
Nearest Words of home brew
- home buyer => αγοραστής κατοικίας
- home computer => οικιακός υπολογιστής
- home counties => παραδοσιακές κομητείες
- home court => Έδρα
- home ec => Οικοκυρική
- home economics => Οικιακή οικονομία
- home equity credit => στεγαστικό δάνειο
- home equity loan => δάνειο με ενέχυρο ακινήτου
- home folk => Οικιακοί άνθρωποι
- home fries => Σπιτικές τηγανιτές πατάτες
Definitions and Meaning of home brew in English
home brew (n)
an alcoholic beverage (especially beer) made at home
FAQs About the word home brew
σπιτική μπύρα
an alcoholic beverage (especially beer) made at home
μπύρα,μπύρα,μπίρα,ποτό,Κοκτέιλ,Μπίρα βύνης,Μικτό ποτό,μητέρα,Κρασί,μικροζυθοποιείο
μη μεθυστικό
home base => αρχική βάση, home banking => ηλεκτρονική τραπεζική, home away from home => Ένα σπίτι μακριά από το σπίτι, home => σπίτι, homburg => Ομοβουργός,