Greek Meaning of homburg

Ομοβουργός

Other Greek words related to Ομοβουργός

Definitions and Meaning of homburg in English

Wordnet

homburg (n)

a hat made of felt with a creased crown

FAQs About the word homburg

Ομοβουργός

a hat made of felt with a creased crown

Μπέιζμπολ καπέλο,Μπερέ,Μπερέτα,Καπό,μπόουλερ,Καλώτ,Κράνος,καμπάνα,ντέρμπι,Φεντόρα

No antonyms found.

hombre => άντρας, homaxonial => Ακτινόμορφο, homatropine => ομοατροπίνη, homarus vulgaris => Αστακός, homarus capensis => Ομάρος της Γης του Ακρωτηρίου,