Greek Meaning of hard hat
Κράνος
Other Greek words related to Κράνος
- Μπέιζμπολ καπέλο
- Μπίλυκοκ
- Καπό
- Τρίκογχο
- Καουμπόικο καπέλο
- φέσι
- κράνος
- καπό
- μίτρα
- ψηλό καπέλο
- Καπέλο εξωτερικού
- Καπέλο με γείσο
- Καπέλο κορυφής
- Σκούφος
- Ψηλοκαπέλο
- νοτιοδυτικός άνεμος
- Καλσόν
- ταμ
- καπέλο δέκα γαλονιών
- Ψηλό καπέλο
- κορυφή
- Τρικάρπανο
- τουρμπάνι
- χαι-χατ
- Κέπι
- Μπερέ
- Μπερέτα
- Καπελάκι των καπεταναίων
- μπόουλερ
- Καλώτ
- Κράνος
- Ρόδα
- καπέλο
- καμπάνα
- κουκούλα
- ντέρμπι
- Φεντόρα
- φέσι
- καπέλο
- κάλυμμα κεφαλής
- Επικεφαλίδα
- πηδάλιο
- Ομοβουργός
- Σκιάδιο
- Λιβορνέζικο
- Γωνιόμετρο
- Παναμάς
- χαποθήκη
- Καπέλο τούρτα με χοιρινό κρέας
- Τσάκο
- σκίμερ
- Σκουτελλάρια
- Σομπρέρο
- στετσον
- Σόμπα
- Καπέλο ήλιου
- Σκωτσέζικο καπέλο
- Καπέλο
- τριγωνικό
- Κουκούλα
- κουφικό
- ζουκέτο
- καπέλο
- Επίστεγμα
- καπάκι
- Νυχτερινό ποτό
- πολεμικό κάλυμμα κεφαλής
Nearest Words of hard hat
Definitions and Meaning of hard hat in English
hard hat (n)
a worker skilled in building offices or dwellings etc.
a lightweight protective helmet (plastic or metal) worn by construction workers
FAQs About the word hard hat
Κράνος
a worker skilled in building offices or dwellings etc., a lightweight protective helmet (plastic or metal) worn by construction workers
Μπέιζμπολ καπέλο,Μπίλυκοκ,Καπό,Τρίκογχο,Καουμπόικο καπέλο,φέσι,κράνος,καπό,μίτρα,ψηλό καπέλο
No antonyms found.
hard grass => Σκληρό γρασίδι, hard fern => Σκληρή φτέρη, hard drive => σκληρός δίσκος, hard drink => Ποτό, hard disk => Σκληρός δίσκος,