Greek Meaning of marketed

εμπορευματοποιημένα

Other Greek words related to εμπορευματοποιημένα

Definitions and Meaning of marketed in English

Webster

marketed (imp. & p. p.)

of Market

FAQs About the word marketed

εμπορευματοποιημένα

of Market

πωλημένος,ασχολείται με,διανεμημένος,εμπορευματοποιημένο,εμπορευματοποιημένο,Λιανική πώληση,πουλήθηκε,διαφημισμένο,δημοπρατημένος,Αποπνέων

αγορασμένη,αγορασμένο

marketableness => Εμπορευσιμότητα, marketable => Εμπορεύσιμα, market value => Αξία αγοράς, market town => Εμποροχώρι, market strategist => στρατηγός της αγοράς,