Greek Meaning of peddled
πωλούσε
Other Greek words related to πωλούσε
Nearest Words of peddled
Definitions and Meaning of peddled in English
peddled (imp. & p. p.)
of Peddle
FAQs About the word peddled
πωλούσε
of Peddle
διανεμημένος,πωλούσε,εμπορευματοποιημένα,Λιανική πώληση,χονδρική,ασχολείται με,έσπευσε,εμπορευματοποιημένο,εμπορευματοποιημένο,ανταλλάχθηκε (με)
No antonyms found.
peddle => πεντάλ, pedatifid => παλαμοειδής, pedate leaf => Πεντάλοβος φύλλο, pedate => παλαμοειδής, pedata => ίχνος ποδιού,