FAQs About the word laying on

τοποθετώντας

the act of contacting something with your hand

υποβάλλων αίτηση,τοποθέτηση,συκοφαντία,εξάπλωση,λερώνω,επίστρωση,σεντόνια,Χρίσμα,συκοφαντία,κουβέρτα

εκθέτω,ξεφλούδισμα,απόσυρση,αποκάλυψη,εκθέτοντας

laying claim => Διατύπωση αξίωσης, laying => τοποθέτηση, layia platyglossa => Λάια πλατυγλώσσα, layia => Λαία, layette => Βρεφικό σετ,