Greek Meaning of labeled
επισημασμένος
Other Greek words related to επισημασμένος
Nearest Words of labeled
Definitions and Meaning of labeled in English
labeled (a)
bearing or marked with a label or tag
labeled (imp. & p. p.)
of Label
FAQs About the word labeled
επισημασμένος
bearing or marked with a label or tagof Label
καθορισμένος,γνωστός,με τίτλο,γιορτάζεται,ονομαστική αξία,Μεταγλωττισμένη,διάσημος,διάσημος,ονομαζόμενος,σημείωσε
Ανώνυμος,ανέκφραστος,ανώνυμος,ανώνυμος,Αβάπτιστος,Άγνωστος,ανώνυμος,χωρίς τίτλο,μυστικά,ασαφής
label => ετικέτα, labefy => ετικέτα, labefaction => αστάθεια, labdanum => λάβδανο, labarum => Λάβαρο,