Greek Meaning of invidiously

φθονερά

Other Greek words related to φθονερά

Definitions and Meaning of invidiously in English

Wordnet

invidiously (r)

in a manner arousing resentment

FAQs About the word invidiously

φθονερά

in a manner arousing resentment

πικρόχολα,εχθρικά,πικρά,καυστικά,περιφρονητικά,σκληρά,με περιφρόνηση,εχθρικά,κακόβουλα,κακεντρεχώς

ευγενικά,ευχάριστα,φιλικά,Φιλάνθρωπα,καλοπροαίρετα,θερμά,φιλικά,ευγενώς,παρακαλώ,ωραία

invidious => φθονερός, invidia => φθόνος, invict => Αήττητος, inveteration => παλαιότητα, inveterateness => βαθιά ριζωμένο,