Greek Meaning of ill-naturedly
Δυσμενώς
Other Greek words related to Δυσμενώς
- πικρά
- σκληρά
- διαβολικά
- δυσάρεστα
- διαβολικά
- απάνθρωπα
- άρρωστος
- αναίσθητα
- ανελέητα
- ανελέητα
- ανελέητα
- απερίσκεπτα
- αγενώς
- άσχημα
- θρασύτατα
- σκληρόκαρδα
- άσπλαχνα
- απαισιόδοξα
- πικρόχολα
- απειλητικά
- αδιάφορα
- περιφρονητικά
- Στεφάνη
- εχθρικά
- αναμάρτητα
- απάνθρωπα
- φθονερά
- Ζήλια
- άψυχα
- αναίσθητα
- κακόβουλα
- υβριστικά
- εχθρικά
- καυστικά
- κακοήθως
- με περιφρόνηση
- με φθόνο
- Απεχθώς
- κακόβουλα
- κακεντρεχώς
- κακοήθης
- άσχημα
- ενοχλητικά
- με πικρία
- με δυσαρέσκεια
- περιφρονητικά
- κακοήθως
- δηλητηριωδώς
- κακόβουλα
- Τιμωρητικά
- έντονα
- πονηρά
- σκωπτικά
- φθονερά
- κακόβουλα
- ευχάριστα
- φιλικά
- Φιλάνθρωπα
- καλοπροαίρετα
- θερμά
- ευγενώς
- παρακαλώ
- ωραία
- ευχάριστα
- καλοπροαίρετα
- ευγενικά
- ευγενικά
- Αλτρουιστικά
- φιλικά
- απαλά
- με καλή διάθεση
- καλοπροαίρετα
- με ανθρώπινο τρόπο
- ερωτικά
- ευτυχώς
- με ευαισθησία
- με προσοχή
- με ψυχή
- με συμπαθεια
- Προσεκτικά
- αγγελικός
- συμπονετικά
- προσεκτικά
- θεϊκά
- συγκινητικά
- γλυκά
- τρυφερά
- με καλή καρδιά
Nearest Words of ill-naturedly
Definitions and Meaning of ill-naturedly in English
ill-naturedly
malevolent, spiteful, having a bad disposition
FAQs About the word ill-naturedly
Δυσμενώς
malevolent, spiteful, having a bad disposition
πικρά,σκληρά,διαβολικά,δυσάρεστα,διαβολικά,απάνθρωπα,άρρωστος,αναίσθητα,ανελέητα,ανελέητα
ευχάριστα,φιλικά,Φιλάνθρωπα,καλοπροαίρετα,θερμά,ευγενώς,παρακαλώ,ωραία,ευχάριστα,καλοπροαίρετα
illiterates => αγράμματοι, illiterateness => αναλφαβητισμός, ilks => όμοιοι , ikons => Εικονίδια, ignorances => αμάθειες,