Greek Meaning of ignorable
αμελητέος
Other Greek words related to αμελητέος
Nearest Words of ignorable
Definitions and Meaning of ignorable in English
ignorable
to reject (a bill of indictment) as ungrounded, to refuse to take notice of, to refuse to notice
FAQs About the word ignorable
αμελητέος
to reject (a bill of indictment) as ungrounded, to refuse to take notice of, to refuse to notice
ακίνδυνος,ασήμαντος,ανεκτός,ασήμαντος,ασήμαντο,επιτρεπόμενο,δικαιολογημένος,ανήλικος,επιτρεπτός,ασήμαντος
αποτρόπαιος,εγκληματίας,κακός,απεχθής,αμυντικός,απαράδεκτος,θνητός,Ασυγχώρητο,αδικαιολόγητο,καταδικαστικό
ignitors => αναπτήρες, ignites => Ανάβει, igniters => Αναπτήρες, ifs => αν, if anything => αν υπάρχει,