Greek Meaning of in a lather

αφρισμένος

Other Greek words related to αφρισμένος

Definitions and Meaning of in a lather in English

in a lather

very upset

FAQs About the word in a lather

αφρισμένος

very upset

ενθουσιασμένος,θερμαινόμενο,ταραγμένος,ανήσυχος,Πυρετώδης,φρενήρης,αλλοπρόσαλλος,Υπερκινητικός,ενθουσιασμένος,αγχωμένος

Ήρεμος,συλλεγέν,συντεθειμένος,κουλ,ήρεμος,Γαλήνιος,ήρεμος,άενοχλητος,ατάραχος,ψύχραιμος

in a hurry => βιαστικά, in a huff => θυμωμένος, in a fume => Θυμωμένος, in a breeze => πανεύκολα, imputing (to) => αποδίδοντας (σε),