Greek Meaning of humaneness

ανθρωπισμός

Other Greek words related to ανθρωπισμός

Definitions and Meaning of humaneness in English

Wordnet

humaneness (n)

the quality of compassion or consideration for others (people or animals)

FAQs About the word humaneness

ανθρωπισμός

the quality of compassion or consideration for others (people or animals)

καλοσύνη,τρυφερότητα,προσοχή,ευεργεσία,ευσπλαγχνία,καλοήθης,Καλοσύνη,συμπόνια,προσοχή,φιλικότητα

Βαρβαρότητα,Ωμότητα,Αδιαφορία,Ωμότητα,σκληρότητα,απανθρωπιά,αδυσώπητος,Αγριότητα,αγριότητα,βαρβαρότητα

humanely => με ανθρώπινο τρόπο, humane => ανθρώπινος, human-centred => Ανθρωποκεντρικός, human-centered => επικεντρωμένος στον άνθρωπο, humanate => εξευγενίζω,