Greek Meaning of humanify
ανθρωποποιώ
Other Greek words related to ανθρωποποιώ
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of humanify
- humanics => Ανθρωπιστικές σπουδές
- humaneness => ανθρωπισμός
- humanely => με ανθρώπινο τρόπο
- humane => ανθρώπινος
- human-centred => Ανθρωποκεντρικός
- human-centered => επικεντρωμένος στον άνθρωπο
- humanate => εξευγενίζω
- human waste => ανθρώπινα απόβλητα
- human t-cell leukemia virus-1 => ιός ανθρώπινης Τ-κυτταρικής λευχαιμίας 1
- human right => Ανθρώπινα δικαιώματα
- humanisation => ανθρωποποίηση
- humanise => ανθρωποποιώ
- humanism => ανθρωπισμός
- humanist => ανθρωπιστής
- humanistic => ανθρωπιστικός
- humanistic discipline => ανθρωπιστική επιστήμη
- humanitarian => ανθρωπιστικός
- humanitarianism => ανθρωπισμός
- humanitian => ανθρωπιστικός
- humanities => ανθρωπιστικές επιστήμες
Definitions and Meaning of humanify in English
humanify (v. t.)
To make human; to invest with a human personality; to incarnate.
FAQs About the word humanify
ανθρωποποιώ
To make human; to invest with a human personality; to incarnate.
No synonyms found.
No antonyms found.
humanics => Ανθρωπιστικές σπουδές, humaneness => ανθρωπισμός, humanely => με ανθρώπινο τρόπο, humane => ανθρώπινος, human-centred => Ανθρωποκεντρικός,