Greek Meaning of gasconading

φανφαρονισμός

Other Greek words related to φανφαρονισμός

Definitions and Meaning of gasconading in English

Webster

gasconading (p. pr. & vb. n.)

of Gasconade

FAQs About the word gasconading

φανφαρονισμός

of Gasconade

καύχηση,καυχησιολογία,φυσώντας,φυσάω καπνό,εκφοβισμός,λαλητός,Εμφανίζοντας,εκθέτοντας,φαντασμένος,εξάτμιση

Μειωτικός,απαξιωτικός,φθίνων,έκπτωση,γέλιο,Ελαχιστοποίηση,υποτιμώ,Απορρίπτω,υποτίμηση,υποτίμηση

gasconader => γκασκοναδισμός, gasconaded => καυχησιάρης, gasconade => κομπασμός, gascon => Γασκώνος, gascoines => Γκάσκοϊνς,