Greek Meaning of flatulently

φλατούλα

Other Greek words related to φλατούλα

Definitions and Meaning of flatulently in English

Webster

flatulently (adv.)

In a flatulent manner; with flatulence.

FAQs About the word flatulently

φλατούλα

In a flatulent manner; with flatulence.

ρητορική,ρητορικός,βομβαρδιστικός,φουστάνι,αέριος,αέριος,μεγαλοστομία,φουσκωμένο,ρητορικός,Ποντιφικός

φαλακρός,άμεσο,εύγλωττος,απλός,απλός,ανεπηρέαστος,Γεγονός,σκληρός,απλός,άκοσμος

flatulent => φουσκωμένος, flatulency => φουσκώματα, flatulence => Φουσκώματα, flat-topped white aster => λευκό αστεράκι με επίπεδη κορυφή, flat-topped => επίπεδος στην κορυφή,