Greek Meaning of fitted

προσαρμοσμένο

Other Greek words related to προσαρμοσμένο

Definitions and Meaning of fitted in English

Wordnet

fitted (a)

being the right size and shape to fit as desired

Webster

fitted (imp. & p. p.)

of Fit

FAQs About the word fitted

προσαρμοσμένο

being the right size and shape to fit as desiredof Fit

κατάλληλος,κατάλληλο,κατάλληλος,καλός,κατάλληλος,κατάλληλος,αποδεκτός,επαρκής,εφαρμόσιμο,κατάλληλος

ακατάλληλος,ανεπαρκής,μη εφαρμόσιμα,ακατάλληλος,ακατάλληλος,ανίκανος,ανίκανος,ασύmbato,απρεπής,άπρεπος

fittable => κατάλληλο, fitt => κατάλληλος, fits and starts => σποραδικά, fitness => Φυσική κατάσταση, fitment => Τοποθέτηση,