Greek Meaning of fathead
fathead
Other Greek words related to fathead
- κουτόφραγκος
- μυαλό πουλιού
- Μπλόκχεντ
- κλόουν
- κακαρίζω
- κλαγκ
- καμπίνα
- Νεκροκεφαλή
- βουτάω
- Ντόντο
- γάιδαρος
- ναρκωτικό
- Αλτήρας
- κούκλα
- ανόητος
- Χήνος
- γκόλεμ
- μπάχαλος
- Χήνα
- Σφυροκέφαλος
- σκληρό κεφάλι
- Δεν γνωρίζω τίποτα
- Καρέτα-καρέτα
- μπουκακίνο
- εξόγκωμα
- τρελός
- μητέρα
- Σκυλί διασταύρωσης
- φυσικός
- Νιμρόδ
- νίννιχαμμερ
- νεύμα
- μακαρόνια
- καταπλήσσω
- Γαλοπούλα
- κακός
- Φουσκωτός
- Κεφάλι σούπας
- αλήτης
- αλήτης
- Απρόσεκτος
- Θηρίο
- Σούλα (Soula)
- παχύδερμος
- Γελωτοποιός
- CAD
- αγροίκος
- Θρόμβος
- μπουσουλώ
- μίγμα
- κοιτάζω
- φτέρνα
- τρελός
- τρελός
- Φλυτζάνι
- κόνιδα
- Παξιμάδι
- Αφηρημένος
- σκάντζοχοιρος
- Φίδι
- βρωμύλος
- απόθεμα
- γιο-γιο
- τρελός
- cuddlie
- Αμυδρός λαμπτήρας
- Νταμ-νταμ
- μια ελαφρόμυαλη
- Ξύλινο κεφάλι
Nearest Words of fathead
- father => πατέρας
- father brown => Πατέρας Μπράουν
- father christmas => Άγιος Βασίλης
- father figure => πατρική φιγούρα
- father longlegs => πατέρας με μακριά πόδια
- father of radio => πατέρας του ραδιοφώνου
- father of the church => πατέρας της εκκλησίας
- father of the submarine => ο πατέρας του υποβρυχίου
- father surrogate => Αντικαταστάτης πατέρας
- fathered => πατέρας
Definitions and Meaning of fathead in English
fathead (n)
a man who is a stupid incompetent fool
fathead (n.)
A cyprinoid fish of the Mississippi valley (Pimephales promelas); -- called also black-headed minnow.
A labroid food fish of California; the redfish.
FAQs About the word fathead
Definition not available
a man who is a stupid incompetent foolA cyprinoid fish of the Mississippi valley (Pimephales promelas); -- called also black-headed minnow., A labroid food fish
κουτόφραγκος,μυαλό πουλιού,Μπλόκχεντ,κλόουν,κακαρίζω,κλαγκ,καμπίνα,Νεκροκεφαλή,βουτάω,Ντόντο
Εγκέφαλος,διάνοια,Διάννοια,σοφός,στοχαστής,διανοούμενος,πολυμάθης,φυτό,μάγος,Αναγεννησιακός άνθρωπος
fat-free => Άπαχο, fatefully => μοιραία, fateful => μοιραίος, fated => μοιραίος, fate => μοίρα,