Greek Meaning of expostulatory

επιτιμητικός

Other Greek words related to επιτιμητικός

Definitions and Meaning of expostulatory in English

Webster

expostulatory (a.)

Containing expostulation or remonstrance; as, an expostulatory discourse or letter.

FAQs About the word expostulatory

επιτιμητικός

Containing expostulation or remonstrance; as, an expostulatory discourse or letter.

παράπονο,εξαίρεση,ένσταση,πρόκληση,κριτική,διστάζω,υπερημερία,ένσταση,δυσκολία,φασαρία

αποδοχή,συμφωνία,Έγκριση,κυρώσεις,Θέληση,συγκατάθεση,αποδοχή,συμμόρφωση,υπακοή

expostulator => κατηγορητής, expostulation => αντιλογία, expostulating => εξηγώντας, expostulated => διαμαρτυρήθηκε, expostulate => διαμαρτύρομαι,