Greek Meaning of enwound
περιτυλιγμένος
Other Greek words related to περιτυλιγμένος
- Τυλιγμένο
- Επιδεσμένος
- Λωρίδων
- περιζωσμένος
- περικύκλωση
- περικυκλωμένος
- περικυκλωμένος
- περιστοιχισμένος
- περίμετρος
- ζώνω
- Δεσμευμένος
- Περιτριγυρισμένος
- ζώνη
- Ενσύρματο
- τυλιγμένος
- στεφανωμένο
- περιζωσμένος
- περιτριγυρισμένο από
- μαστιγωμένος
- βρόχος
- δεμένος με σχοινί
- δεμένος
- τυλιγμένος
- εγγεγραμμένο
- δεμένος
- λαχανιασμένος
- ενσύρματο
- πληγή
- στεφανωμένος
Nearest Words of enwound
Definitions and Meaning of enwound in English
enwound
to wind in or about
FAQs About the word enwound
περιτυλιγμένος
to wind in or about
Τυλιγμένο,Επιδεσμένος,Λωρίδων,περιζωσμένος,περικύκλωση,περικυκλωμένος,περικυκλωμένος,περιστοιχισμένος,περίμετρος,ζώνω
ανεζωσμένος,Αδεσμευτος,ξετύλιγμα,ελεύθερος,Απελευθερωμένος,ξετυλιγμένο,απελευθέρωσα
enwinding => ελικοειδής , envyingly => φθονερά, envoys => απεσταλμένοι, envois => αποστολές, environments => περιβάλλοντα,