Greek Meaning of demeanor
συμπεριφορά
Other Greek words related to συμπεριφορά
- ενέργειες
- στάση
- συμπεριφορά
- διεύθυνση
- ρουλεμάν
- χαρακτηριστικός
- συμπεριφορά
- συμπεριφορά
- συμπεριφορά
- κοίτα
- Τρόποι
- παρουσία
- χαρακτηριστικό
- μανιέρα
- αέρας
- Ανέσεις
- πτυχή
- χαρακτηριστικό
- άμαξα
- Ευγένεια
- σύμβαση
- ευγένεια
- συνήθεια
- decorum
- διακριτότητα
- Εθιμοτυπία
- μόδα
- φόρμα
- formalite
- κίνηση
- συνήθεια
- Φυσιογνωμία
- λειτουργία
- ηθη
- μοτίβο
- ηρεμία
- ευγένεια
- Πόζα
- στάση
- Πρακτική
- εξάσκηση
- ιδιότητες
- πρωτόκολλο
- κανόνες
- περιέργεια
- στυλ
- μοναδικότητα
Nearest Words of demeanor
Definitions and Meaning of demeanor in English
demeanor (n)
(behavioral attributes) the way a person behaves toward other people
demeanor (v. t.)
Management; treatment; conduct.
Behavior; deportment; carriage; bearing; mien.
FAQs About the word demeanor
συμπεριφορά
(behavioral attributes) the way a person behaves toward other peopleManagement; treatment; conduct., Behavior; deportment; carriage; bearing; mien.
ενέργειες,στάση,συμπεριφορά,διεύθυνση,ρουλεμάν,χαρακτηριστικός,συμπεριφορά,συμπεριφορά,συμπεριφορά,κοίτα
No antonyms found.
demeaningly => ταπεινωτικά, demeaning => εξευτελιστικός, demeaned => ταπεινωμένος, demeanance => ταπείνωση, demean => ταπεινώνω,