Greek Meaning of crumpled
τσαλακωμένος
Other Greek words related to τσαλακωμένος
Nearest Words of crumpled
Definitions and Meaning of crumpled in English
crumpled (s)
of metal e.g.
FAQs About the word crumpled
τσαλακωμένος
of metal e.g.
διπλωμένος,τσαλακωμένος,ρυτιδωμένος,κυματοειδής,τσαλακωμένος,ζαρωμένος,αυλακωμένος,πλεκτό,κυματιστός,τσαλακωμένος
επίπεδο,σιδερωμένο,πιεσμένο,λειασμένος,ίσιωσε,ισορροπημένος,Σιδερωμένο,λειασμένος,αζάριαστο,ξεδιπλωμένος
crumple => τσαλακωμένος, crumpet => κράμπετ, crump => γκρινιάζω, crummy => κακός, crumhorn => Κρουμχορν,