Greek Meaning of comminuting

Συντριβή

Other Greek words related to Συντριβή

Definitions and Meaning of comminuting in English

comminuting

to reduce to minute particles

FAQs About the word comminuting

Συντριβή

to reduce to minute particles

ξύλο,συντριπτικός,άλεση,χτύπημα,ατομοποίηση,γκαρίξιμο,που καταρρέει,αποσυντιθέμενος,σίτα,Μύλος

No antonyms found.

comminuted => τεμαχισμένος, commingling => ανάμιξη, commingled => μικτός, commercials => Διαφημίσεις, commercializing => εμπορευματοποίηση,