Greek Meaning of chortling

γέλια

Other Greek words related to γέλια

Definitions and Meaning of chortling in English

Webster

chortling (p. pr. & vb. n.)

of Chortle

FAQs About the word chortling

γέλια

of Chortle

γελώντας,γελώντας,γελαστός,φωνάζω,χαχανίζοντας,χαμογελώντας.,βρυχιό,χαμογελαστός,хихикающий,γέλιο πνιχτό

ουρλιάζοντας,τραυλίζοντας,κλάμα,ουρλιαχτό,λυγμοί,θρηνούμενων,θρηνούντα,παράπονο,βέλασμα,γκρίνια

chortled => γέλασε, chortle => χαχάνισμα, choropleth map => Χωροπληθικός χάρτης, chorometry => χορομετρία, chorology => χορολογία,