FAQs About the word sighing

στεναγμός

of Sigh, Uttering sighs; grieving; lamenting.

αναπνοή,λαχανιάζοντας,σνιφάρισμα,λαχανιασμένος,Πρόσληψη οσμής,ροχαλητό,εκπνοή,εισπνοή,Φουσκωμένος,στενάζοντας

No antonyms found.

sigher => αναστεναγμός, sighed => αναστενάζω, sigh-born => γεννημένος από τον αναστεναγμό, sigh => στεναγμός, sigger => Φλύαρος,