Greek Meaning of cacoëthes

Κακοήθεια

Other Greek words related to Κακοήθεια

Definitions and Meaning of cacoëthes in English

cacoëthes

an insatiable desire

FAQs About the word cacoëthes

Κακοήθεια

an insatiable desire

όρεξη,σύνθετος,Ανάγκη,Λαχτάρα,επιθυμία,ενθουσιασμός,γοητεία,δίψα,πείνα,Ιδιοσυγκρασία

απάθεια,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία,Απροσεξία,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία

cackles => κρώζει, cack-handed => αδέξιος, caching => Αποθήκευση σε προσωρινή μνήμη, cachets => σφραγίδες, caches => κρυφή μνήμη,