Greek Meaning of blunted
αμβλεία
Other Greek words related to αμβλεία
Nearest Words of blunted
Definitions and Meaning of blunted in English
blunted (s)
made dull or blunt
blunted (imp. & p. p.)
of Blunt
FAQs About the word blunted
αμβλεία
made dull or bluntof Blunt
αμβλύς,θαμπό,βαρετό,επίπεδο,αμβλύ,στρογγυλεμένο,βαρετός,επίπεδο,λείο
Κοπή,αιχμηρός,αιχμηρός,έδαφος,ακονισμένο,οδοντωτό,απότομος,Τετραγωνισμένο,κοφτερός,ακονισμένο
blunt trauma => Θλαστικό τραύμα, blunt file => Αμβλύ αρχείο, blunt => αμβλύς, blunging => --, blunger => Μπλάντζερ,