Greek Meaning of bedridden
Κατάκοιτος
Other Greek words related to Κατάκοιτος
- άρρωστος
- καθηλωμένος στο κρεβάτι
- εξασθενημένος
- ετοιμοθάνατος
- εύθραυστος
- ανίκανος
- άκυρος
- άρρωστος
- αδύναμα
- εξετάζω
- ετοιμόρροπος
- εξασθενημένος
- ξεθώριασμα
- Ασθενής
- εύθραυστος
- άρρωστος
- ανίατος
- άρρωστος
- χωλός
- Πεθαμένος
- άρρωστος, -η, -ο
- Αδύναμος
- λεπτός
- αδιάθετος
- κορύφωσε
- φτωχά
- ανθυγιεινός
- προβληματικός
- εξασθενημένος
- Φθαρμένος
Nearest Words of bedridden
Definitions and Meaning of bedridden in English
bedridden (s)
confined to bed (by illness)
bedridden (v. i.)
Confined to the bed by sickness or infirmity.
FAQs About the word bedridden
Κατάκοιτος
confined to bed (by illness)Confined to the bed by sickness or infirmity.
άρρωστος,καθηλωμένος στο κρεβάτι,εξασθενημένος,ετοιμοθάνατος,εύθραυστος,ανίκανος,άκυρος,άρρωστος,αδύναμα,εξετάζω
υγιής,καλά,υγιής,ήχος,ολόκληρος,υγιής,κατάλληλο,γενναιόδωρος,καλά προσαρμοσμένος,υγιεινός
bedrid => Κλινήρης, bedrich smetana => Bedřich Smetana, bedribble => μουσκεύω το κρεβάτι, bedrest => ανάπαυση στο κρεβάτι, bedrenching => μουσκεμένος,