Greek Meaning of agglutinating
συγκολλητικό
Other Greek words related to συγκολλητικό
Nearest Words of agglutinating
- agglutinating activity => Συγκολλητική δραστηριότητα
- agglutination => συσσωμάτωση
- agglutination test => Δοκιμασία συσσώρευσης
- agglutinative => συγκολλητικός
- agglutinin => αλλαντοϊνη
- agglutinogen => Αγγλουτινογόνο
- aggrace => χάρις
- aggrade => αυξάνω
- aggraded => επιβαρυνόμενο
- aggrading => επιδεινούμενος
Definitions and Meaning of agglutinating in English
agglutinating (p. pr. & vb. n.)
of Agglutinate
FAQs About the word agglutinating
συγκολλητικό
of Agglutinate
αυξανόμενος,συσσωρεύοντας,συσσωμάτωση,συσσώρευση,συγκέντρωση,συσσωρεύοντας,τραπεζικές υπηρεσίες,Κατασκευή,συλλογή,συγκεντρώνοντας
διασπείρω,διασκόρπιση,διαλυόμενος
agglutinated => συσσωματωμένος, agglutinate => συγκολλώ, agglutinant => συγκολλητικό, agglomerator => συσσωματωτής, agglomerative => Ενσωματωτικός,