Greek Meaning of agglutinin
αλλαντοϊνη
Other Greek words related to αλλαντοϊνη
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of agglutinin
- agglutinative => συγκολλητικός
- agglutination test => Δοκιμασία συσσώρευσης
- agglutination => συσσωμάτωση
- agglutinating activity => Συγκολλητική δραστηριότητα
- agglutinating => συγκολλητικό
- agglutinated => συσσωματωμένος
- agglutinate => συγκολλώ
- agglutinant => συγκολλητικό
- agglomerator => συσσωματωτής
- agglomerative => Ενσωματωτικός
Definitions and Meaning of agglutinin in English
agglutinin (n)
an antibody that causes agglutination of a specific antigen
FAQs About the word agglutinin
αλλαντοϊνη
an antibody that causes agglutination of a specific antigen
No synonyms found.
No antonyms found.
agglutinative => συγκολλητικός, agglutination test => Δοκιμασία συσσώρευσης, agglutination => συσσωμάτωση, agglutinating activity => Συγκολλητική δραστηριότητα, agglutinating => συγκολλητικό,