Greek Meaning of visionless
αόρατος
Other Greek words related to αόρατος
Nearest Words of visionless
Definitions and Meaning of visionless in English
visionless (a.)
Destitute of vision; sightless.
FAQs About the word visionless
αόρατος
Destitute of vision; sightless.
τυφλός,τυφλός,χωρίς μάτια,Τυφλός,Τυφλός σαν νυχτερίδα,μαντίλα στα μάτια,Μ' είδη δεμένα,μύωψ,αόρατος
παρατηρητικός,βλέποντας,τυφλός,αστραφτερός,εύστοχος,παρατηρώντας,Διορατικός,μάτια λύγκα,οξυδερκής,οξυδερκής
visionist => οραματιστής, visioning => όραμα, visioned => οραματιστής, visionary => οραματιστής, visionariness => Όραμα,