Greek Meaning of unintelligibleness
ακαταληψία
Other Greek words related to ακαταληψία
Nearest Words of unintelligibleness
Definitions and Meaning of unintelligibleness in English
unintelligibleness
unable to be understood or comprehended
FAQs About the word unintelligibleness
ακαταληψία
unable to be understood or comprehended
αμφισημία,διφορούμενο,διφορούμενος,Ακαταληψία,ανεξήγητο,σκιά,ακαταληψία,αοριστία,σκοτάδι,Δυσκατανοησία
σαφήνεια,ευκρίνεια,διαφάνεια,Κατανοητότητα,προφανές,απλότητα,ευθύτητα,Αυτοφανερότητα
unintellectual => αμόρφωτος, uninhibitedness => Ανεξέλεγκτο, uningratiating => δυσάρεστος, uniformities => ομοιομορφίες, uniforming => ενστόλιση,