Greek Meaning of shadowiness

σκιά

Other Greek words related to σκιά

Definitions and Meaning of shadowiness in English

Wordnet

shadowiness (n)

relative darkness caused by light rays being intercepted by an opaque body

Webster

shadowiness (n.)

The quality or state of being shadowy.

FAQs About the word shadowiness

σκιά

relative darkness caused by light rays being intercepted by an opaque bodyThe quality or state of being shadowy.

αμφισημία,σκοτάδι,διφορούμενο,διφορούμενος,αδιαπερατότητα,θολότητα,Νουμινοζιτέ,βάθος,αοριστία,βάθος

σαφήνεια,ευκρίνεια,διαφάνεια,Κατανοητότητα,προφανές,απλότητα,ευθύτητα,Αυτοφανερότητα

shadowgraph => Σκιαγραφία, shadower => σκιά, shadowed => σκιασμένος, shadowboxing => σκιαμαχία, shadowbox => κουτί με σκιές,