Greek Meaning of trundled

κύλησε

Other Greek words related to κύλησε

Definitions and Meaning of trundled in English

Webster

trundled (imp. & p. p.)

of Trundle

FAQs About the word trundled

κύλησε

of Trundle

μεταφέρθηκε με λεωφορείο,Μεταφέρθηκε με λεωφορείο,καμπίνα,προπονημένος,πλεύρισε,οδήγησε,πέταξε,μεγαλοπρεπής,αεριώθηση,μετανάστευσε

No antonyms found.

trundle-bed => Κρεβάτι με ρόδες, trundle bed => Κρεβάτι πλατφόρμα, trundle => κυλάω, truncus pulmonalis => Βομβός της πνευμονικής αρτηρίας, truncus celiacus => Κοιλιακός κορμός,