Greek Meaning of trooped

Στρατεύματα

Other Greek words related to Στρατεύματα

Definitions and Meaning of trooped in English

Webster

trooped (imp. & p. p.)

of Troop

FAQs About the word trooped

Στρατεύματα

of Troop

πορευμένος,ρυθμισμένος,Παρέλασε,Περιπατούσε,βάδισε,περπατούσε,περιπλανήθηκε,Έκανε πεζοπορία,περπατούσε,Βημάτιζε

No antonyms found.

troopbird => Όρνιο στρατού, troop transport => μεταφορά στρατευμάτων, troop movement => Κίνηση στρατευμάτων, troop carrier => Φορτηγό στρατευμάτων, troop => στρατεύματα,