Greek Meaning of hiked

ανέβηκε

Other Greek words related to ανέβηκε

Definitions and Meaning of hiked in English

Webster

hiked (imp. & p. p.)

of Hike

FAQs About the word hiked

ανέβηκε

of Hike

περίπατος,περπατούσε,περπατούσε,περιπλανήθηκε,Βημάτιζε,έλεγε ασυναρτησίες,περιπλανήθηκε,πατήθηκε,Έκανε πεζοπορία,πορευμένος

καταγόμενος,έπεσε,έπεσε,μειωμένος,έσπρωξε,γλίστρησε,βαρετός,βουτηγμένο,βυθισμένος,πιεσμένο

hike up => αναρρίχηση, hike => πεζοπορία, hijra => Διεμφυλικό άτομο, hijinks => σκανταλιές, hijera => Εγίρα,