Greek Meaning of technicalized
Τεχνική
Other Greek words related to Τεχνική
- επιτευχθείς
- άσσος
- ικανός
- έμπειρος
- κύριος
- ασκήθηκε
- εξασκηθείς
- προετοιμασμένος
- επιδέξιος
- κατάλληλος
- έμπειρος
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- τεχνικός
- Βετεράνος
- μορφωμένος
- ειδικός
- αριστοτεχνικός
- αριστοτεχνικά
- επαγγελματίας
- επαγγελματίας
- εκπαιδευμένος
- ειδικός
- ειδικευμένος
- εκπαιδευμένος
- αυθεντικός
- Σκηνοθετικό
- αυστηρός
- εξειδικευμένος
Nearest Words of technicalized
Definitions and Meaning of technicalized in English
technicalized
to give a technical slant to
FAQs About the word technicalized
Τεχνική
to give a technical slant to
επιτευχθείς,άσσος,ικανός,έμπειρος,κύριος,ασκήθηκε,εξασκηθείς,προετοιμασμένος,επιδέξιος,κατάλληλος
γενικός,τοποθετώ,μη επαγγελματίας,κοινός,γενικευμένος,γενικό,Άπειρος,ερασιτέχνης,μη ειδική,μη τεχνικός
teched => εκπαιδευμένος, teaspoons => κουταλάκια του τσαγιού, teases => πειράζει, teasers => τρέιλερ, teas => τσάγια,