Greek Meaning of synthesist
συνθετικός
Other Greek words related to συνθετικός
- κράμα
- Αμάλγαμα
- συγχώνευση
- μίγμα
- συνδυασμός
- σύντηξη
- μίγμα
- Μείγμα
- ανάμειξη
- ποικιλία
- ανάμιξη
- Κοκτέιλ
- σύνθετος
- σύνθετο
- Γαλάκτωμα
- ανάμειξη
- ανακατεύω
- Συνένωση
- απορρόφηση
- συσσώρευση
- συσσωμάτωση
- συνένωση
- συνασπισμός
- Μίγμα
- κομπόστ
- Συγκέντρωση
- συσσωμάτωμα
- Μισό μισό
- κατακερματισμός
- μίγμα
- Ομοιογενοποίηση
- ανακάτωμα
- ανάμιξη
- Ενσωμάτωση
- ενοποίηση
- ανάμειξη
- ανακάτεμα
- μεντλέι
- μείγμα
- Συγχώνευση
- συγχώνευση
- μίξη
- μυστήριο
- Πατσγουόρκ
- Ποτ-πουρί
- ποικιλία
- ανάμιξη
- ανάμειξη
- Συγχώνευση
Nearest Words of synthesist
- synthesize => συνθέτω
- synthesizer => Συνθεσάιζερ
- synthetic => Συνθετικός
- synthetic cubism => Συνθετικός κυβισμός
- synthetic fiber => Συνθετικές ίνες
- synthetic resin => συνθετική ρητίνη
- synthetic rubber => Συνθετικό ελαστικό
- synthetic substance => Συνθετική ουσία
- synthetic thinking => συνθετική σκέψη
- synthetical => συνθετικός
Definitions and Meaning of synthesist in English
synthesist (n)
an intellectual who synthesizes or uses synthetic methods
FAQs About the word synthesist
συνθετικός
an intellectual who synthesizes or uses synthetic methods
κράμα,Αμάλγαμα,συγχώνευση,μίγμα,συνδυασμός,σύντηξη,μίγμα,Μείγμα,ανάμειξη,ποικιλία
συνιστώσα,Στοιχείο,συστατικό,συστατικό
synthesise => συνθέτω, synthesis => σύνθεση, syntax language => Συντακτική γλώσσα, syntax error => συντακτικό λάθος, syntax checker => Έλεγχος σύνταξης,