Greek Meaning of straighten up
ισιώστε
Other Greek words related to ισιώστε
- συντάσσειν
- γαμπρός
- απλώνω
- μακιγιάζ
- στολίζω
- τακτοποιημένος
- ευθυγραμμίζω
- τακτοποιώ
- Πίνακας
- Ταξινομήσω
- κωδικοποιώ
- διαθέτω
- αρχείο
- γραμμή
- Στέκομαι σε ουρά
- μαρσάλ
- Στρατάρχης
- παραγγελία
- οργανώνω
- εύρος
- ακολουθία
- αναχωρώ
- συστηματοποιώ
- ευθυγραμμίζω
- αλφαβητικά
- ενδειξη
- Οθόνη
- ιεραρχ化
- Χαρτογραφώ
- τόπος
- προτεραιοποιώ
- ουρά
- Αποκρυπτογράφηση
Nearest Words of straighten up
- straightener => ισιωτική μαλλιών
- straight-fluted drill => Ελικοειδές τρυπάνι με ευθείες αύλακες
- straightforward => απλός
- straightforwardly => ευθέως
- straightforwardness => ευθύτητα
- straight-from-the-shoulder => άμεσος
- straight-grained => ευθυγράμμιση
- straightjacket => πουκάμισο δυνάμεως
- straightlaced => Συντηρητικός
- straight-laced => συντηρητικός
Definitions and Meaning of straighten up in English
straighten up (v)
straighten oneself
FAQs About the word straighten up
ισιώστε
straighten oneself
συντάσσειν,γαμπρός,απλώνω,μακιγιάζ,στολίζω,τακτοποιημένος,ευθυγραμμίζω,τακτοποιώ,Πίνακας,Ταξινομήσω
αναστατώνω,αποδιοργανώνω,ακαταστασία,διαταραχή,χάος (πάνω),Χάλασε (πάνω),αναστατωμένος,Τσακίζω
straighten out => ισιώσει, straighten => ευθυγραμμίζω (efθiɡraˈmizɔ), straightedge => Χάρακας, straight-billed => ευθύγραμμο, straight-backed => ορθοστασία,