Greek Meaning of straightarrow
ευθύς
Other Greek words related to ευθύς
Nearest Words of straightarrow
- straight-arm => με απλωμένα χέρια
- straight up => απευθείας
- straight ticket => Σταυρός προτίμησης
- straight thrust => Ευθεία ώθηση
- straight sinus => ευθύς κόλπος
- straight shooter => Ειλικρινές άτομο
- straight razor => ξυράφι
- straight poker => στρέιτ πόκερ
- straight pin => Καρφίτσα
- straight person => ετεροφυλόφιλος
- straightaway => αμέσως
- straight-backed => ορθοστασία
- straight-billed => ευθύγραμμο
- straightedge => Χάρακας
- straighten => ευθυγραμμίζω (efθiɡraˈmizɔ)
- straighten out => ισιώσει
- straighten up => ισιώστε
- straightener => ισιωτική μαλλιών
- straight-fluted drill => Ελικοειδές τρυπάνι με ευθείες αύλακες
- straightforward => απλός
Definitions and Meaning of straightarrow in English
straightarrow (s)
conventionally moral and upright
FAQs About the word straightarrow
ευθύς
conventionally moral and upright
πουριτανικός,μούτρα,ασκητής,κουραστικός,χαρμπαλάς,χαλάστρα
ηδονιστής,επικούρειος,ηδονιστής,ηδονιστής,μπον βιβέρ,παρακμιακός,επίκουρος,λαίμαργος,σιβαρ(ί)της,Κυρηναϊκός
straight-arm => με απλωμένα χέρια, straight up => απευθείας, straight ticket => Σταυρός προτίμησης, straight thrust => Ευθεία ώθηση, straight sinus => ευθύς κόλπος,